- γιάρδα
- ηαγγλική μονάδα μήκους ίση προς 0,9144 μέτρα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
γιάρδα — (yard). Μονάδα μήκους του βρετανικού μετρικού συστήματος, ίση προς 0,914 μ. (σύμβολο: yd). Η τετραγωνική γ. είναι ίση προς 0,836 τ.μ. ενώ η κυβική προς 0,764 κ.μ … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
μαλλί — Κοινή ονομασία για το έριο, υφαντική ίνα η οποία λαμβάνεται κυρίως από το τρίχωμα του προβάτου, αλλά και άλλων μηρυκαστικών θηλαστικών όπως το μ. αλπακά, βικούνιας, λάμας, καμήλας, καθώς και το μ. μοχέρ (από την capra angorensis) και κασμίρ (από… … Dictionary of Greek
γυάρδα — η βλ. γιάρδα, η … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
οργιά — η 1. μέτρο μήκους, ίσο με το άνοιγμα των χεριών στα πλάγια: Μάλωναν για δυο οργιές τόπο. 2. ναυτικό μέτρο ίσο με δύο γιάρδες (1 γιάρδα = 0,914 μέτρα) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
υάρδα — η βλ. γιάρδα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)